Συντάχθηκε στις . Last updated on . Εμφανίσεις: 4170
Το ρήμα μολάρω προέρχεται από την ιταλική λέξη mollare=χαλαρώνω. Στη ναυτική ορολογία σημαίνει: αφήνω κάτι ελεύθερο, χαλαρώνω, αμολάω. Η προστακτική ενεστώτα χρησιμοποιείται ως επιφώνημα (μόλα=χαλάρωσε).
Στη συριανή ντοπιολαλιά λέγονται κάποιος μόλα (άντε μόλα) σημαίνει φύγε, πήγαινε. Από το ρήμα μολάρω προέρχεται και η λέξη «μόλος» δηλαδή ο τόπος που «χαλαρώνουν» τα καράβια.